Μοιραία έξις
Πουκάμισο απλωμένο σε σκοινί
άδειο κι ανάλαφρο το παίρνουν οι ανέμοι,
κρατιέται απ' τις άκρες του
σαν από λεπτή κλωστή,
ως οι κατάδικοι οι αλλοτινοί
σε αγχόνη κρεμασμένοι.
Βούληση δική του δεν ορίζει,
στη μοίρα του επάνω είναι γαντζωμένο,
καταπώς το θέλει ο Αίολος
ολούθε το γυρίζει
κι αυτό - πλάσμα άβουλο –
στην τύχη του ριγμένο
ισχνό, σκελετωμένο άνθρωπο θυμίζει.
Αγόρι ετών δεκατεσσάρων,
στης εφηβείας του την τρέλα αφημένο,
το βλέμμα του τραβά το φως των φάρων
στων ουσιών της μέθης του παραδομένο.
Σκαρί στα ανοιχτά βασανισμένο
το κρώξιμο του είναι πια γραμμένο,
κι οι λυγμοί, στην ακροθαλασσιά, των γλάρων.
Σώμα απλωμένο σε σκοινί
άδειο κι ανάλαφρο το παίρνουν οι ανέμοι,
κρατιέται ακόμα στη ζωή
σαν από θαύμα – ή μήπως ποινή,
και καταπώς η σκόνη διαφεντεύει
τις λιγοστές του πλέον μέρες
ανάμεσα στην έξη του αυτή
και τις νύχτες τις πλανεύτρες
οδυνηρά κι ακούσια πλέον νέμει.
Τιμητική Διάκριση και Δίπλωμα από την Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών στον Πανελλήνιο Διαγωνισμό Ποίησης 2009 στους Δελφούς,
1ο Διεθνές Βραβείο "Giovanni Gronchi" στην Pontedera, Πίζα της Ιταλίας – 2010 για ξένο καλλιτέχνη στην κατηγορία “Poesia Singola”,
Έπαινος στον Πανελλήνιο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό ΙΔΕΟΠΝΟΟΝ 2011.